GLOSSARY ENTRY (DERIVED FROM QUESTION BELOW) | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
|
07:50 Jul 9, 2011 |
English to Greek translations [PRO] Social Sciences - Social Science, Sociology, Ethics, etc. / Law | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
|
| ||||||
| Selected response from: Maya M Fourioti Greece Local time: 08:14 | ||||||
Grading comment
|
Summary of answers provided | ||||
---|---|---|---|---|
4 +4 | με άρρηκτους δεσμούς |
| ||
4 +1 | στενά / ισχυρά |
|
με άρρηκτους δεσμούς Explanation: κάνω μια πιό ελέυθερη απόδοση αντί του επί λέξει ''άρρηκτο τρόπο'' Μια άλλη πρόταση που θα περιελάμβανε και την προηγούμενη φράση: το παιδί είναι διαρκώς και άρρηκτα δεμένο με τα άλλα μέλη... |
| |
Grading comment
| ||