12:54 May 19, 2004 |
English to Greek translations [PRO] Social Sciences - Social Science, Sociology, Ethics, etc. / biethics | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
|
| ||||||
| Selected response from: Spiros Doikas Local time: 07:19 | ||||||
Grading comment
|
Summary of answers provided | ||||
---|---|---|---|---|
4 +9 | να συμπίπτουν / να ταυτίζονται |
| ||
5 +3 | έχω κοινά σημεία, μερικώς συμπίπτω, αλληλεπιδρώ |
| ||
5 +2 | επικάλυψη/αλληλοκαλυψη |
|
επικάλυψη/αλληλοκαλυψη Explanation: ουσ. (μερική) (αλληλ) επικάλυψη: measure the overlap of the tiles μετρώ την επικάλυψη των κεραμιδιών # έκταση (μερικής) επικάλυψης: the overlap should not exceed 10 cm η επικάλυψη δεν πρέπει να ξεπερνά τα 10 εκ. # μτφ. αλληλεπικάλυψη αρμοδιοτήτων -------------------------------------------------- Note added at 5 mins (2004-05-19 13:00:16 GMT) -------------------------------------------------- ρ. (αλληλ) επικαλύπτω (μερικώς): the tiles overlap by 3 cm. τα κεραμίδια αλληλεπικαλύπτονται κατά 3 εκ. # μτφ. συμπίπτω εν μέρει: the presence of the two ambassadors at the palace overlapped η παρουσία των δύο πρεσβευτών στα ανάκτορα συνέπεσαν μερικώς # (για αρμοδιότητες, καθήκοντα κτλ.) αλληλεπικαλύπτω, καλύπτω από κοινού τον αυτό χώρο: your duties and mine sometimes overlap μερικές φορές τα καθήκοντά σου αλληλεπικαλύπτονται με τα δικά μου MAGENTA |
| ||||||||||
8 mins confidence: peer agreement (net): +9
|